Δεν έχουμε ακόμα αποφασίσει αν ο μισανθρωπισμός είναι προϋπόθεση κάθε καλού συγγραφέα. Μπορούμε όμως με ασφάλεια να πούμε πως τα βιβλία που γράφτηκαν με αυτό το χαμερπές κίνητρο είναι όχι μόνο πολλά αλλά και άξια να βαπτιστούν αριστουργήματα. Απλωμένες στις σελίδες τους βρίσκουμε λέξεις χολής που απαντούν έμμεσα, εκ του ασφαλούς και εκ των υστέρων στις ταπεινώσεις της ζωής που ο συγγραφέας άφησε αναπάντητες. Το Υπόγειο του Μέγα Ρώσου, είναι η κορώνα αυτών των μνησίκακων γραπτών.
Αναρίθμητα είναι και τα έργα τέχνης που αναπαριστούν την βία και τον φόνο. Για παράδειγμα, το βιβλίο του Μαξ Αουμπ, “Παραδειγματικοί Φόνοι” – που τελευταία επανήλθε στο προσκήνιο. Ένα βιβλιαράκι όπου καταγράφονται ομολογίες δολοφόνων που κατέφυγαν στην ανθρωποκτονία για ψύλλου πήδημα:
– Τον σκότωσα γιατί δεν σκεφτόταν σαν εμένα.
– Ηταν αλλήθωρος, κι εγώ νόμιζα ότι με στραβοκοίταζε.
Διαβάζοντας τις ιστορίες, τόσο το γέλιο του αναγνώστη, όσο και η ταύτιση με τα θύματα- τους δολοφόνους εννοώ – μαρτυρούν συνενοχή. Παρότι πανανθρώπινο φαινόμενο, η φαντασίωση της αγενούς και πνευματώδους απάντησης / της φυσικής βλάβης / ενίοτε της ανθρωποκτονίας αυτού που μας έχει πληγώσει παραμένει ανομολόγητη, διότι δείχνει μικροπρέπεια.
Είναι γνωστό ότι η ελαφρότητα της ψυχής – το να μην τα παίρνουμε όλα τόσο βαριά – είναι προϋπόθεση υγείας. Μα κάπου κάπου όλοι επαναφέρουμε στο νου μας ταπεινώσεις και συμβιβασμούς. Μάλιστα κάποιοι δεν αρκούνται απλά στην επαναφορα αλλά επαναλαμβάνουν στο μυαλό τους λέξη-λέξη τις στιχομυθίες, δίνοντάς τους διαφορετική τροπή, παραχωρώντας στους εαυτούς τους ηρωϊκότερη στάση. Κάπως έτσι γράφονται τα Γράμματα από τα Υπόγεια: Μπορεί στην πραγματικότητα κάποιος να σωπαίνει, αλλά δικαιώνεται απαντώντας κατόπιν εορτής.
Πρόκειται για φαντασιώσεις που δείχνουν τις προβληματικές ανθρώπινες σχέσεις, τις δηλητηριάσεις που εκούσια ή ακούσια στάζουμε με τα λόγια μας ο ένας στον άλλον. Αλλά δε χρειάζεται να μνημονεύσουμε το πόνημα του Αουμπ για να βρούμε σπέρματα της εχθρικής διάθεσης. Ακόμα και στα καθημερινά λόγια του αέρα, που λέμε χαριτολογώντας ανιχνεύουμε μια βίαιη διάθεση:
“Θα σε πνίξω”
“Θα σε σφάξω”
“ Θα σε σκοτώσω ρε” λέμε αλλά ποτέ δεν το κάνουμε. Και όμως ποιος μπορεί να πει με σιγουριά ότι δεν υπάρχει μια μικρή δόση κακής πρόθεσης που αφοπλίζεται τη στιγμή που την εκφράζουμε με αυτούς τους αστεϊσμούς; Λέμε σε κάποιον ότι θα τον χαστουκίσουμε για να μην το κάνουμε. Απαλύνουμε το ψυχικό φορτίο με λόγια, που ναι μεν δεν σκοτώνουν αλλά κάλλιστα πληγώνουν.
Τα λόγια είναι δικλείδες αποσυμπίεσης. Το μπίρι μπίρι είναι βάλσαμο της ψυχής. Άλλωστε και η θεωρία το λέει, σε πείσμα των όψιμων υποστηρικτών της άμεσης, αδιαμεσολάβητης εμπειρίας, ότι όταν άρχισε το εμπόριο, δηλαδή η πάρλα και η διαπραγμάτευση, μειώθηκαν τα περιστατικά του πολέμου. Με δυο εργαλεία μεσολάβησης – το νόμισμα και τη γλώσσα – αρχίσαμε να παίρνουμε εκείνα που άλλοτε διεκδικούσαμε δια ροπάλου και πυγμής. Ακόμα και στην διεθνή πολιτική αρχίζουμε και υποπτεύομαστε την πορεία προς το κακό, όταν πληροφορούμαστε ότι κρατικοί διπλωμάτες – τα κανάλια του διαλόγου – αποσύρονται ή να διώχνονται από μια χώρα.
Την απώλεια της επικοινωνίας μπορεί να τα ανιχνευσει κανείς και στον μητροπολιτικό χώρο. Αποκωδικοποιώντας τις νέες χρυσοφόρες δραστηριοτήτες των εμπόρων που ενστικτωδώς καταλαβαίνουν πρώτοι από όλους προς τα που πηγαίνει το πράγμα, μπορούμε να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα. Για παράδειγμα υπάρχει σήμερα μια τάση να εμφανίζονται στις μητροπόλεις – τα κέντρα συλλογής νευρωτικών, όπου οι δηλητηριάσεις δίνουν και παίρνουν – τα λεγόμενα rage rooms. Που θα πει, πως μπαίνεις στον χώρο, χαιρετάς τους εισπράκτορες, επιλέγεις το ρόπαλό σου, και μπαίνεις μοναχός σου σε ένα χώρο με εύθραστα αντικείμενα, τα οποία έχεις κάθε δικαίωμα να διαλύσεις/ σπάσεις/σχίσεις/ καταστρέψεις κ.λπ.
Υποκατάστατα των λειψών λέξεων, τα δωμάτια της οργής ευδοκιμούν σε πόλεις με λίγους δημόσιους χώρους, σακατεμένες σχέσεις και φτωχό λεξιλόγιο. Απευθύνονται σε συσσωρευτές παραπόνων και ταπεινώσεων, ενοχλήσεων και πιέσεων, που δεν έχουν κάποιο αυτί να τους ακούσει ή που δε βρίσκουν τις κατάλληλες λέξεις για να κάνουν το παράπονο να ανακουφιστεί εκφράζοντάς το σωστά. Και πιάνουν το ρόπαλο και σπάνε τζάμια και λαμαρίνες για να μην αρχίσουν να μονολογούν τις παλιές στιχομυθίες μοναχοί τους. Για να μη χτύπανε το κεφάλι το δικό τους η κανενός αθώου ανθρωπάκου στον τοίχο.
Η δυστυχία μπορεί να είναι πολυπρόσωπη. Μπορεί να οφείλεται αφενός στην αδυναμία των ανθρώπων να μιλήσουν για αυτό που νιώθουν ή στην αδυναμία των υπολοίπων να ακούσουνε. Και όσο δεν υπάρχουν χώροι ικανοί να επιτρέψουνε τον ειλικρινή διάλογο, και όσο ατροφεί η επικοινωνιακή ικανότητα των ανθρώπων, τόσο θα πληθαίνουν τα rage rooms που υπόσχονται να λύσουν τα μάγια της δεμένης ψυχής, προσφέροντας μια άμεση εμπειρία βίας, που οριοθετεί και απασφαλίζει την ανέκφραστη οργή που μέσα στη σιωπή τρώει την ψυχούλα μας.