Ως γνωστόν, η γλώσσα λύνεται όταν μιλάει για όσα αγγίζονται ή φαίνονται.Για γεγονότα με οστά και σάρκα, των οποίων η ύπαρξη και οι ιδιότητες είναι ηλίου φαεινότερα, τόποι κοινοί και επικυρωμένοι από χίλια μάτια.
Οι δισταγμοί και τα κομπιάσματα εμφανίζονται όταν πιανόμαστε να μεταφέρουμε ιδέες ρευστές, οι οποίες ναι μεν υπάρχουν στο μυαλό μας, αλλά όταν γίνονται λέξεις κάτι χάνουν σε σαφήνεια και πληρότητα. Έτσι δημιουργούνται οι μικρές και οι μεγάλες παρεξηγήσεις της ιστορίας. Με πρόθεση να περιορίσουμε τη ζημιά – και αποτέλεσμα να επιδεινώνουμε την κατάσταση – καταφεύγουμε μάταια στο λεξιλόγιο του χώρου για να εικονογραφήσουμε και να ενσαρκώσουμε τα άσαρκα.
Έτσι λοιπόν δεν είναι μόνο τα χέρια και τα πόδια, τα παπούτσια και οι δρόμοι που διακρίνονται σε αριστερά και δεξιά. Είναι και κοτζάμ ιστορικές προσωπικότητες, κυβερνήσεις και ολόκληρες ιδέες. Με αυτές τις διακρίσεις καθαρίζουμε ακαριαία. Όσο και αν οι λογοτεχνίζουσες ευαισθησίες κόπτονται για την πολυχρωμία του ανθρώπινου βίου ή το αχαρτογράφητο βάθος των ιδεών, που δεν μπορούν να προσδιοριστούν μονοσήμαντα και βιαστικά, ένας πολίτης αδίστακτα κατατάσσει για να διακρίνει. Και παρότι/επειδή κανείς δεν μπορεί να ορίσει τι είναι ένας αριστερός/δεξιός, ο χαρακτηρισμός υπονοεί ιδιότητες και ποιότητες και συντροφεύεται από διθυράμβους ή καταδικαστικές αποφάσεις.
Η λέξη στεγάζει νοήματα που απαιτούν πολλά λίτρα μελάνι και φανερώνει προ-θέσεις που δεν υπάρχουν όταν μιλάμε για πράγματα. Ένα παπούτσι αριστερό είναι ένα αριστερό παπούτσι, αλλά για κάποιον πολιτικό ο χαρακτηρισμός αποτελεί αξιολογική κρίση. Τα παραδείγματα εδαφικοποιήσεων των πολιτικών ιδεών είναι πολλά. Οπισθοδρομικές ή προοδευτικές αποφάσεις που παίρνονται από πάνω και πρωτοβουλίες συγκροτούνται από-τα-κάτω.
Οι χωρικές μεταφορές ανακουφίζουν. Περιγράφουν συμπαγείς χώρους, εικονογραφούν διακρίσεις, σημαίνουν όρια και δίνουν την ψευδαίσθηση ότι ανακόπτουν την πολιτική ρευστότητα. Αλλά η πραγματικότητα γλιστρά από τα μουλιασμένα, πολυκαιρισμένα μας κουτιά. Οι λέξεις δεν αποδίδουν αυτό που μας συμβαίνει. Και άντε τώρα να ψάχνουμε καινούριους τρόπους για να περι-γράψουμε την διαρέουσα πραγματικότητα. Πιο εύκολο είναι να ζητήσουμε από την πραγματικότητα να επιστρέψει στα παλιά της κλουβιά.
Παράδειγμα χαρακτηριστικό το Μακεδονικό. Κατ’ εξοχήν τοπο-λογικό πρόβλημα: Το έδαφος αλλιώτικο και πετσοκομμένο, πρέπει να ονομαστεί με τα επιθετικά και βιαστικά κριτήρια του παρόντος. Τι και αν σε αυτό το έδαφος γεννήθηκαν, έζησαν και πέθαναν μιλιούνια ψυχών τόσων λαών, τι και εδώ ακούστηκαν γλώσσες πολλές και λατρεύτηκαν αναρίθμητοι θεοί, τι και αν η ομορφιά πλησίαζε μόνο όταν οι λαοί συγκατοικούσαν αντί να σφάζονται; Ψιλά γράμματα για τους δύσκολους καιρούς μας.
Όμως τα πάθη στην πολιτική δε πρέπει να χλευάζονται. Και τα πάθη στην πολιτική ενδυναμώνονται όταν ενσωματώνονται σε χώρους. Οι αριστεροί από αυτή την μεριά, οι δεξιοί από την άλλη. Οι Έλληνες σε αυτά τα μέρη της γης, οι Σκοπιανοί στα άλλα.
Δε πρέπει να χλευάζονται και όσοι κατέβηκαν να συλλαλήσουν. Σε μια δεκαετία ο κοσμάκης έχει χάσει δουλειές και ευκαιρίες, έχει δει ελπίδες να διαψεύδονται, έχει αισθανθεί εξαπατημένος και έχει μαζέψει οργή. Αυτό το συναισθηματικό κατακάθι είναι που τροφοδοτεί τα συλλαλητήρια.
Αλλά μιας και οι τοπολογίες έχουν συναισθηματικές προεκτάσεις, ας προταθούν τουλάχιστον κάποιοι αφηγηματικοί πειραματισμοί: Να βγει κάποιος συλλαλητής εκεί μέσα και να εκφράσει ένα θετικό αφήγημα, να πει ότι είναι εθνικό το συμφέρον μας να χτίσουμε με τους γείτονες σχέσεις φιλικές. Όσο τα συλλαλητήρια κατευθύνονται από τον κάθε Φράγκο που αποκαλεί γυφτοσκοπιανούς τους γείτονες, τόσο η σπουδαία ευκαιρία της λύσης θα πνίγεται σε απερίσκεπτες κραυγές καιροσκόπων που βρήκαν ευκαιρία να χτίσουν την πολιτική καριέρα τους.
Όταν είχε πρωτοεκλεγεί ο Ζάεβ μίλησα με ανθρώπους, συνομήλικους, φιλόδοξους οι οποίοι έφεραν μεγάλες ελπίδες για το μέλλον της χώρας τους και με υποδέχτηκαν σαν τον φίλο Έλληνα με τον οποίο επιτέλους θα έχτιζαν την φιλία που αρμόζει. Αλλά έχουν και αυτοί media, τα οποία και προβάλλουν κάθε καρυδιάς καρύδι να τους αποκαλεί γυφτοσκοπιανούς και να λέει πως «άμα δεν θέλουμε εμείς, αυτοί δε μπαίνουν πουθενά». Και είναι εύκολο οι εν δυνάμει φίλοι να γίνουν καχύποπτοι, αντίπαλοι και τελικά εχθροί γιατί θα έχουμε αρνηθεί να απλώσουμε χέρι φιλίας σε ανθρώπους που μπορούν να είναι σύμμαχοι απέναντι σε πιο σημαντικούς κινδύνους.
Συλλαλητές υπάρχουν και στα δυο μέρη του εδάφους για το οποίο γίνεται ο καβγάς. Και μάλιστα έχουν ίδια χαρακτηριστικά και ίδιο σκοπό: Να γίνουν ντε και καλά μεταξύ τους εχθροί. Χρησιμοποιούν τα ίδια λεξιλόγια, υποστηρίζονται συμβολικά και από τα ίδια κέντρα. Άλλωστε ο φιλορωσισμός του Γκρούεφσκι πηγάζει από την ίδια αρχή από όπου ξεκινά και η απόφαση της ΠΑΕ ΠΑΟΚ του Ιβάν του Τρομερού να βγάλει ανακοίνωση για την ελληνικότητα της Μακεδονίας.
Πρέπει λοιπόν να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει το δίπολο Έλληνες / Σκοπιανοί. Υπάρχουν εσωτερικές δυναμικές, πολικά σύνολα με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά, φιλόδοξοι πολιτικοί που ζητούν να μείνουν ή να επανέλθουν στην εξουσία, και διεθνείς συσχετισμοί που αναλόγως κινούν τα νήματα για να φτάσουν τα μηνύματά τους στα εσωτερικά ακροατήρια. Και υπάρχουν και σακατεμένοι λαοί που ψάχνουν αφορμή για να ξεσπάσουν. Περίπλοκο μείγμα.
Αυτά από έναν άνθρωπο που ασχολείται πια περισσότερο με την πόλη παρά με την χώρα, περισσότερο με την ποιητική του μικρού χώρου παρά με τα εδάφη του μεγάλου κράτους.
ΥΓ: Διάβαζα τις προάλλες για μια πόλη της οποίας οι κάτοικοι έχουν ένα έθιμο κατα το οποίο ντύνονται με τις στολές όχι του παρελθόντος αλλά του μέλλοντος. Αναπαριστούν δηλαδή τους ανθρώπους που θα ζήσουν στην πόλη τους στο μακρινό μέλλον. Αυτό για τους κυρίους που ξεμύτισαν με περικεφαλαίες στη γκλάβα τους.
Δημοσιευμένο στην Huffington Post